0 items
No products in the cart.
Return to ShopΤο τελευταίο διάστημα, με αφορμή την αναμόρφωση του Οικογενειακού Δικαίου, έχει προκληθεί μία έντονη δημόσια συζήτηση, σε σχέση με το επίμαχο θέμα της υποχρεωτικής συνεπιμέλειας των τέκνων σε περίπτωση λύσης του γάμου με συναινετικό διαζύγιο, μετά το Ν. 4800/2021, ο οποίος ισχύει από τις 16 Σεπτεμβρίου 2021.
Συναινετικό διαζύγιο – Συνεπιμέλεια – Συμφέρον του τέκνου και Μέτρο Διατροφής
Η ανάθεση της γονικής μέριμνας αλλά και της επιμέλειας από κοινού, προϋποθέτει γονείς που δεν έχουν εχθρικές σχέσεις και σημαντικές διαφορές ως προς τον τρόπο ζωής και τις αντιλήψεις και που λόγω της ωριμότητας και της σοβαρότητας τους, λαμβάνουν σοβαρά υπόψη το συμφέρον του τέκνου και επιθυμούν ο ψυχικός τραυματισμός του από το χωρισμό τους να είναι όσο το δυνατόν μικρότερος.
Α. Συνεπιμέλεια – Συμφέρον του Τέκνου
Ως κατευθυντήρια γραμμή για την άσκηση της γονικής μέριμνας ή της επιμέλειας, στην περίπτωση διαφωνίας των γονέων των τέκνων και της προσφυγής του στο δικαστήριο, αλλά και πυρήνας για τον προσδιορισμό της άσκησης της είναι το αληθινό συμφέρον του τέκνου, σωματικό, υλικό, πνευματικό, ψυχικό, ηθικό και γενικά κάθε είδους συμφέρον, με προέχουσα βαρύτητα εκείνο που συνιστά βασικό παράγοντα της ορθής ψυχοσωματικής ανάπτυξη του τέκνου.
Για την εξειδίκευση της αόριστης αυτή νομικής έννοιας, δεν παρέχονται από το νομοθέτη εκ των προτέρων προσδιοριστικά στοιχεία, πέραν από το επιβαλλόμενο στο δικαστή καθήκον να σεβαστεί την ισότητα μεταξύ των γονέων και να μην κάνει διακρίσεις εξαιτίας του φύλου, της γλώσσας, της θρησκείας, της κοινωνικής προέλευσης, της υπαιτιότητας των γονέων ως προς την διακοπή της έγγαμης συμβίωσης ή της περιουσιακής – οικονομικής κατάστασης τους. Για την λήψη της απόφασης το δικαστήριο λαμβάνει υπόψη και τους μέχρι τότε δεσμούς του τέκνου με τους γονείς του και τους τυχόν αδελφούς του, τις τυχόν συμφωνίες των γονέων σχετικά με την επιμέλεια και την περιουσία του τέκνου, καθώς και τη γνώμη του τέκνου εφόσον αυτό κατά την ανέλεγκτη κρίση του δικαστηρίου, ενόψει της ηλικίας του και της πνευματικής του ανάπτυξης, είναι ικανό να αντιληφθεί το πραγματικό του συμφέρον.
Η μικρή ηλικία του ανήλικου τέκνου και το φύλο του δεν αποτελούν κυρίαρχο κατά νόμο στοιχεία για τον προσδιορισμό του συμφέροντος του ανήλικου, αναφορικά με την ανάθεση της γονικής μέριμνας ή της επιμέλειας στον έναν από τους γονείς του, γιατί η άποψη ότι η γονική μέριμνα των μικρής ηλικίας τέκνων πρέπει να ανατίθεται στην μητέρα τους, λόγω του ότι έχουν ανάγκη της μητρικής στοργής και ιδιαίτερων περιποιήσεων, εξακολουθεί να ισχύει, κατά τις νεότερες ιατρικές παιδαγωγικές και ψυχολογικές έρευνες, μόνο από για την νηπιακή ηλικία, για την οποία αναγνωρίζεται σαφής βιοκοινωνική υπεροχή στην μητέρα, ενώ για το μεταγενέστερο χρόνο αναγνωίρζεται ο σοβαρός ρόλος του πατέρα στην όλη διαμόρφωση των διαπροσωπικών σχέσεων του τέκνου.
Στην δικαστική, συνεπώς, κρίση καταλείπεται ευρύ πεδίο, ώστε, αφού ληφθούν υπόψη όλες οι σχέσεις και οι περιστάσεις, να καταλήξει σε ρύθμιση τέτοια που να εξυπηρετεί καλύτερα το συμφέρον του ανήλικου τέκνου. Κρίσιμα προς τούτο στοιχεία είναι, μεταξύ άλλων, η καταλληλότητα του ή των γονέων για την ανάληψη του έργου της διαπαιδαγώγησης και της περίθαλψης του ανήλικου τέκνου, καθώς και οι αναπτυχθέντες μέχρι τότε δεσμοί του διαθέτοντος ικανότητα διάκρισης τέκνου με τους γονείς του και τυχόν αδελφούς του.
Για το σκοπό αυτό λαμβάνεται υπόψη η προσωπικότητα και η παιδαγωγική καταλληλότητα του κάθε γονέα και συνεκτιμώνται οι συνθήκες κατοικίας και η οικονομική κατάσταση αυτών. Επίσης, οι ικανότητες των γονέων, το περιβάλλον, το επάγγελμα, η πνευματική τους ανάπτυξη και η δράση τους στο κοινωνικό σύνολο, η ικανότητα προσαρμογής τους στις απαιτήσεις της σύγχρονης κοινωνίας, μέσα στο πλαίσιο της λογικής και ορθολογικής αντιμετώπισης των θεμάτων των νέων, η σταθερότητα των συνθηκών ανάπτυξης του τέκνου, χωρίς εναλλαγές στις συνθήκες διαβίωσης, περιλαμβάνονται στα κριτήρια προσδιορισμού του συμφέροντος του τέκνου. Αυτό ισχύει ανεξάρτητα από την υπαιτιότητα των γονέων ως προς το διαζύγιο για την διακοπή της έγγαμης συμβίωσης εκτός αν η συμπεριφορά του υπαίτιου έχει επίδραση και στην άσκηση της γονικής μέριμνας – επιμέλειας, ώστε να ανακύπτει αντίθεση στο συμφέρον του τέκνου, λόγω της έκτασης και της βαρύτητας της συμπεριφοράς του αυτής, δηλωτικοί τομείς του χαρακτήρα του και της εν γένει προσωπικότητάς του, έτσι ώστε και έναντι του τέκνου να αναμένεται από αυτόν η τήρηση της ίδιας συμπεριφοράς.
Ουσιώδους σημασίας είναι και η ύπαρξη ιδιαίτερου δεσμού του τέκνου προς τον ένα από τους γονείς του και η περί αυτού ρητώς εκφραζόμενη προτίμησή του, την οποία συνεκτιμά το δικαστήριο, ύστερα και από την στάθμιση του βαθμού της ωριμότητάς του, καθώς και τυχόν συμφωνίες που έκαναν οι γονείς του τέκνου σχετικά με την επιμέλεια και την διοίκηση της περιουσίας του. Δεδομένης της ύπαρξης του εν λόγω δεσμού του τέκνου προς το συγκεκριμένο γονέα, αυτός θεωρείται ότι έχει τη δυνατότητα αποτελεσματικότερης διαπαιδαγώγησης προς όφελος του ανήλικου και επομένως ότι είναι ο πλέον κατάλληλος για την επιμέλειά του.
Πρέπει, δε, να λαμβάνεται ιδιαίτερα υπόψη, ότι ανήλικος που έχει ακόμα ατελή την ψυχοπνευματική ανάπτυξη και την προσωπικότητα του υπό διαμόρφωση, υπόκειται ευχερώς σε επιδράσεις και υποβολές των γονέων ή άλλων, οι οποίες έστω και χωρίς επίγνωση γενόμενες, οδηγούν ασφαλώς στο σχηματισμό της μονομερούς διαμόρφωσης και προτιμήσής τους προς τον ένα από τους γονείς, οπότε η προτίμησή του δεν εξυπηρετεί πάντοτε και το αληθές συμφέρον του.
Ωστόσο, έχει κριθεί νομολογιακά ότι, επί αντίθετων αγωγών των διαζευγμένων ή εν διαστάσει τελούντων γονέων για την ανάθεση της γονικής μέριμνας η την επιμέλεια του προσώπου των ανήλικων τέκνων τους, λαμβάνοντας υπόψη όλων των σχέσεων και περιστάσεων, το Δικαστήριο μπορεί να κατανείμει μεταξύ τούτων την άσκηση των τριών βασικών λειτουργιών της γονικής μέριμνας καθώς και των διαφόρων υπολειτουργιών – τομέων της επιμέλειας του προσώπου τους, (όπως είναι η μόρφωση, εκπαίδευση, υγεία, περίθαλψη κλπ) με γνώμονα πάντα το συμφέρον των τέκνων, προκειμένου να μην αποξενώνονται από τον ένα γονέα τους, ούτε να αποκλείεται αυτός τελείως από την άσκηση των ως άνω σημαντικών λειτουργικών δικαιωμάτων του.
Έχει επίσης κριθεί νομολογιακά ότι οι γονείς θα πρέπει αφού αναλάβουν μια πιο υπεύθυνη στάση, να περιορίσουν τον αντίκτυπο που έχει το γεγονός του χωρισμού τους στην ψυχική υγεία των ανήλικων τέκνων τους και παρόλο που αμφότεροι μπορεί να είναι εξίσου ικανοί και κατάλληλοι για να φροντίσουν τα τέκνα τους, ανεξάρτητα από τον τρόπο που έχει διαμορφωθεί πλέον προσωπική τους ζωή και με γνώμονα το συμφέρον των ανήλικων τέκνων, να δεχθούν να μην μεταβληθεί η θετικά εξελισσόμενη κατάσταση και τα τέκνα να μην εισέλθουν σε μια νέα διαδικασία προσαρμογής που αναμφίβολα θα προκληθεί με την χωριστή διαμονή εκ περιτροπής στην οικία του κάθε γονέα. Σε αυτή την περίπτωση αποφασίστηκε ότι η χρονική κατανομή της άσκηση της επιμέλειας σε κάθε έναν από τους διαδίκους ανά εβδομάδα προσκρούει αναμφίβολα στο συμφέρον των ανήλικων τέκνων με γνώμονα του οποίου και μόνο κρίνει το Δικαστηρίο, εφόσον μια τέτοια λύση πέραν του ότι θα υποβάλει τα τέκνα σε μία διαρκή μετακίνηση από τη μία οικία στην άλλη, θα καθιστούσε αυτά δεκτές διαφορετικών υποδείξεων, προτροπών και μηνυμάτων, ενόψει και της έντασης που εξακολουθεί να υφίσταται στις σχέσεις μεταξύ των διαδίκων, με αναπόφευκτες συνέπειες στην ψυχοσύνθεσή τους και με προφανή τον κίνδυνο για την διάσπαση της προσωπικότητας τους. Μια τέτοια κατανομή της άσκησης της επιμέλειας θα είχε ενδεχομένως κάποιο νόημα, αν υπήρχε σύμπνοια και ταύτιση απόψεων μεταξύ των διαδίκων ως προς τον τρόπο ανατροφής και διαπαιδαγώγησης των τέκνων τους. Για τους ίδιους λόγους προσκρούει στο συμφέρον των ανήλικων τέκνων και η από κοινού των διαδίκων άσκηση της επιμέλειας ως προς τα θέματα της υγείας της εκπαίδευσης και του αθλητισμού τους. Επομένως, κρίθηκε ότι οι εναγόμενη μητέρα των ανήλικων είναι αντικειμενικά και υποκειμενικά σε θέση να προσφέρει στα τέκνα της ένα ήρεμο και ομαλό περιβάλλον, σύγχρονο και πολιτισμένο επίπεδο ζωής από υλικής, ψυχοσωματικής και ψυχοδιανοητικής απόψεως και να συμβάλει θετικά στην περαιτέρω ανάπτυξη τους, με αποκλειστικό γνώμονα το αληθινό συμφέρον των ανηλίκων, όπως το καθορίζουν οι βιοτικές και ψυχικές ανάγκες αυτών και πρέπει να ανατεθεί η άσκηση της επιμέλειας των ανήλικων τέκνων των διαδίκων αποκλειστικά στην μητέρα τους, η οποία ανταποκρίνονται με επάρκεια στα από την επιμέλεια απορρέοντα καθήκοντά της.
Β. Διατροφή – Τρόπος Υπολογισμού και Μέτρο Διατροφής
Εξάλλου, από τις διατάξεις των άρθρων 1485, 1486, 1489 + 1493 ΑΚ προκύπτει ότι οι γονείς, είτε υπάρχει μεταξύ τους γάμους και συμβιώνουν, είτε έχει διακοπεί η συμβίωση τους, γιατί έχει εκδοθεί διαζύγιο, έχουν την υποχρέωση να διατρέφουν το ανήλικο τέκνο τους, ακόμα κι αν τούτο έχει περιουσία, εφόσον όμως τα εισοδήματα από αυτήν ή το προϊόν της εργασίας του ή αλλά τυχόν εισοδήματά του δεν αρκούν για την διατροφή του.
Το μέτρο της διατροφής προσδιορίζεται με βάση τις ανάγκες του τέκνου, όπως αυτές προκύπτουν από τις συνθήκες της ζωής του και περιλαμβάνει όλα τα αναγκαία για την συντήρηση του έξοδα και επιπλέον τα έξοδα για την ανατροφή, καθώς και την επαγγελματική και την εν γένει εκπαίδευση του. Ως συνθήκες ζωής, νοούνται οι συγκεκριμένοι όροι διαβιώσεως, που ποικίλουν ανάλογα με την ηλικία, τον τόπο κατοικίας, την ανάγκη εκπαιδεύσεως και την κατάσταση της υγείας του δικαιούχου, σε συνδυασμό με την περιουσιακή κατάσταση του υποχρέου. Ο γονέας έχει υποχρέωση διατροφής ανήλικου τέκνου του, έστω κι αν υπάρχει κίνδυνος για την δική του διατροφή με εξαίρεση τις δύο περιπτώσεις του εδ. β του άρθρου 1487 ΑΚ, ήτοι αν μπορεί αυτό να στραφεί εναντίον άλλου υποχρέου ή να διατραφεί από την περιουσία του, εφόσον βεβαίως συντρέχουν οι προϋποθέσεις αυτών.
Για να καθοριστεί το ποσό της δικαιούμενης διατροφής, αξιολογούνται καταρχήν τα εισοδήματα των γονέων από οποιαδήποτε πηγή και στη συνέχεια προσδιορίζονται οι ανάγκες του τέκνου. Καθοριστικό στοιχείο είναι οι συνθήκες της ζωής του, δηλαδή οι όροι διαβίωσης του, χωρίς όμως να ικανοποιούνται οι παράλογες αξιώσεις. Εξάλλου, η κατά τα ως άνω υποχρέωση των γονέων προς διατροφή του τέκνου τους βαρύνει αυτούς, κατά το άρθρο 1489 παρ. 2 ΑΚ, ανάλογα με τις δυνάμεις του.
Η E-LAWSPENTZOU είναι μια νέα ηλεκτρονική πύλη που προσφέρει έναν ευέλικτο τρόπο παροχής νομικών υπηρεσιών στον ιδιώτη και την επιχείρηση εμπνευσμένο από την φιλοσοφία της αρμονικής συνένωσης της σύγχρονης τεχνολογικής και διαδικτυακής πραγματικότητας με την καινοτομία, την πρωτοπορία και την ασφάλεια παροχής υπηρεσιών σε έναν κλάδο που από την φύση του είναι συνυφασμένος με την παράδοση και την γραφειοκρατία. Τον κλάδο του Δικαίου και της παροχής Νομικής Προστασίας.
Δευτέρα - Παρασκευή: 09:00 - 17:00